Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2013

Μπαμπά, πες μου μια ιστορία

Η ανάπτυξη της πνευματικής υπόστασης και της ηθικής εκπαίδευσης  των παιδιών συντελείται με τη μετάδοση σε αυτά σημαντικών αξιών ζωής, όπως η δικαιοσύνη, η ειλικρίνεια, η πειθαρχία, η αγάπη, η προσφορά στους άλλους, η εμπιστοσύνη, η αίσθηση του μέτρου, η συγχώρεση, το θάρρος, η σταθερότητα, ο σεβασμός, η συμπόνια, η ευγένεια, η καλοσύνη και άλλες.
Ένας τρόπος για να μεταδώσουμε αυτές τις έννοιες είναι η διήγηση παραμυθιών με παραστατικό τρόπο, αλλάζοντας τον τόνο της φωνής, τις εκφράσεις του προσώπου, τις κινήσεις των χεριών, και οτιδήποτε άλλο μεταφέρει τα παιδιά στον κόσμο των ιστοριών. Με τον τρόπο αυτό, τα παραμύθια πλάθουν εικόνες στο μυαλό, ενεργοποιώντας τη φαντασία των παιδιών και παράλληλα τους μεταδίδουν αξίες και μαθήματα ζωής.
Απολαύστε μία ακόμη διδακτική ιστορία, από την ενότητα του letsfamily.gr «Μπαμπά, πες μου μια ιστορία»:

 

Η υπόσχεση

Μια φορά κι έναν καιρό, τα παλιά χρόνια, ζούσε ένας ξυλουργός, ο κυρ-Παντελής. Η δουλειά του ήταν να χτίζει ξύλινα σπίτια. Ο κυρ-Παντελής ήταν εργατικός και φιλότιμος και το αφεντικό του τον επαινούσε πάντα για την καλή δουλειά που έκανε. Δούλευε πολλά χρόνια στην ίδια δουλειά και μέσα από αυτή, είχε καταφέρει να ζει, αυτός και η οικογένεια του, καλά. Αν και δεν είχαν πολλές ανέσεις, το φαγητό και η ζεστασιά δεν είχαν λείψει ποτέ από το σπιτικό τους και ο κυρ-Παντελής και η γυναίκα του είχαν καταφέρει να μεγαλώσουν και να σπουδάσουν τα τρία παιδιά τους, όπως ήθελαν.
Τα χρόνια είχαν περάσει, τα παιδιά είχαν μεγαλώσει και είχαν φύγει από το σπίτι, για να δουλέψουν και να φτιάξουν τις δικές τους οικογένειες, και ο κυρ-Παντελής είχε αρχίσει να σκέφτεται να σταματήσει τη δουλειά. Είχε μεγαλώσει κι αυτός πια και είχε κουραστεί, μετά από τόσα σκληρής δουλειάς. Τώρα, ονειρευόταν να απολαύσει τα υπόλοιπα χρόνια μαζί με τη γυναίκα του και, με τις λίγες οικονομίες που είχε μαζέψει, να ζήσουν μια ήσυχη και όμορφη ζωή.
Ο κυρ-Παντελής στεναχωριόταν λίγο που θα άφηνε τη δουλειά του, γιατί την αγαπούσε και είχε πια γίνει φίλος με το αφεντικό του και τους άλλους εργάτες όλα αυτά τα χρόνια που ήταν μαζί. Αποφάσισε όμως, ότι είχε έρθει η ώρα να ξεκουραστεί και να απολαύσει κι αυτός όλες τις μικρές χαρές της ζωής που τόσα χρόνια είχε στερηθεί δουλεύοντας μέρα νύχτα. Μάλιστα, σχεδίαζαν με τη γυναίκα του, με το που θα σταματήσει τη δουλειά, να πάνε ένα ταξίδι στο χωριό τους, που είχαν πολλά χρόνια να πάνε, και να μείνουν εκεί όλο το καλοκαίρι για δουν τους συγγενείς και τους φίλους τους.
Αφού πήρε την απόφαση, ο κυρ-Παντελής το είπε στο αφεντικό του και συμφώνησαν ότι σε ένα μήνα, που θα τελείωνε το σπίτι που έχτιζαν εκείνη την εποχή, θα σταματούσε από τη δουλειά, όπως επιθυμούσε. Ο κυρ-Παντελής, δεν έβλεπε την ώρα να ξεκινήσει για το χωριό μαζί με την αγαπημένη του γυναίκα και, καθώς πλησίαζαν οι μέρες, ήταν και οι δύο πολύ ενθουσιασμένοι.
Λίγες μέρες πριν τελειώσει ο μήνας, το αφεντικό φώναξε τον κυρ-Παντελή και του είπε:
-  «Παντελή, ξέρω ότι μου είπες ότι θέλεις να σταματήσεις τη δουλειά, αλλά πριν φύγεις, θέλω να σου ζητήσω μια χάρη. Θέλω να μείνεις λίγο ακόμα κοντά μας για να χτίσεις ένα, τελευταίο, μεγάλο σπίτι που μας έχουν παραγγείλει. Θα μπορούσα να βάλω άλλους εργάτες να το κάνουν, αλλά είσαι ο καλύτερος μου ξυλουργός και θέλω να το αναλάβεις εσύ. Μπορείς να μου κάνεις αυτή τη χάρη;»
Ο κυρ-Παντελής σάστισε. Σε τρεις μέρες ήταν έτοιμος να φύγει για το χωριό. Τον περίμεναν εκεί οι συγγενείς και οι φίλοι του για να περάσουν όλο το καλοκαίρι μαζί.  Αν έμενε για να χτίσει αυτό το σπίτι, θα πέρναγε το καλοκαίρι… Και η γυναίκα του; Τι θα έλεγε στη γυναίκα του, που περίμενε όλο ενθουσιασμό το ταξίδι τους αυτό μετά από τόσα χρόνια; Σίγουρα θα την στεναχωρούσε. Αλλά μπορούσε να αρνηθεί να κάνει μία τελευταία χάρη στο αφεντικό του; Εκείνος, τόσα χρόνια, ήταν πάντα καλός μαζί του.
Το σκέφτηκε από δω, το σκέφτηκε από κει και τελικά απάντησε:
- «Εντάξει αφεντικό, θα το κάνω. Μόνο που θέλω να το τελειώσουμε γρήγορα, γιατί θέλω να προλάβω να κάνω διακοπές με την γυναίκα μου στο χωριό. Ποιος την ακούει αν περάσει όλο το καλοκαίρι και δεν πάμε!»
- «Παντελή, κάνε ότι νομίζεις. Θέλω όμως να γίνει καλή δουλειά. Θέλω να είναι το καλύτερο σπίτι που θα έχεις φτιάξει. Εγώ, ότι μου ζητήσεις από υλικά και εργατικά χέρια για βοήθεια, θα στο έχω εδώ.»
Έτσι, ο κυρ-Παντελής ξεκίνησε το χτίσιμο του σπιτιού που του ζήτησε το αφεντικό του. Όμως, για να φτιαχτεί ένα μεγάλο σπίτι και να γίνει καλή δουλειά, χρειαζόταν χρόνος πολύς. Τρεις μήνες δεν θα έφταναν. Ούτε και τέσσερις. Θα πέρναγε το καλοκαίρι και θα πέρναγε και το φθινόπωρο… Και βέβαια έτσι, θα έχανε το ταξίδι του. Θα έπρεπε να περιμένουν μέχρι το επόμενο καλοκαίρι για να πάνε στο χωριό.
«Εκτός, σκέφτηκε ο κυρ-Παντελής, αν το φτιάξω όπως όπως, πρόχειρα και προλάβω να το τελειώσω γρήγορα. Κανείς δεν θα το ξέρει. Και όταν θα το καταλάβουν, μετά από πολλούς μήνες, εγώ θα έχω ήδη φύγει από τη δουλειά και δεν θα με νοιάζει. Και θα προλάβω να πάω και στο χωριό», σιγομουρμούριζε στον εαυτό του. Όμως, ο κυρ-Παντελής ήταν πολύ ευσυνείδητος και αγαπούσε πολύ την δουλειά του για να κάνει κάτι τέτοιο. Έτσι, αμέσως, απάντησε στον εαυτό του αυστηρά: «Μα τι είναι αυτά που σκέφτεσαι; Πώς είναι δυνατόν να κάνω κάτι τέτοιο; Η δουλειά θα γίνει σωστά και εγώ θα τηρήσω την υπόσχεση μου στο αφεντικό μου και θα φτιάξω το ωραιότερο  και το πιο γερό σπίτι που έχω φτιάξει ποτέ, κι ας πάρει κι ένα χρόνο!». Ήταν τίμιος και υπεύθυνος, και όταν υποσχόταν κάτι, τηρούσε τις υποσχέσεις του.
Έτσι λοιπόν, δούλεψε πολύ σκληρά, πολλούς μήνες, ζήτησε τα καλύτερα υλικά, πρόσεξε και την τελευταία λεπτομέρεια και έφτιαξε το καλύτερο σπίτι που είχε χτίσει ποτέ. Σαν ήταν έτοιμο, όλοι το θαύμασαν.
- «Ορίστε αφεντικό», είπε ο κυρ-Παντελής. «Όπως μου ζήτησες. Το καλύτερο και πιο γερό σπίτι που έχω φτιάξει μέχρι σήμερα».
Και το αφεντικό του του αποκρίθηκε:
- «Μπράβο Παντελή, τόσο το καλύτερο για σένα, γιατί είναι δικό σου! Βλέπεις, μετά από τόσα χρόνια που δούλεψες κοντά μου τόσο σωστά και τίμια, ήθελα να σου κάνω ένα δώρο. Αποφάσισα λοιπόν, να σου δώσω τα καλύτερα υλικά, ότι μου ζητήσεις, για να φτιάξεις ένα όμορφο και γερό σπίτι, για να περάσετε εσύ και η γυναίκα σου όμορφα και ήσυχα τα υπόλοιπα χρόνια σας. Για να μην ντρέπεσαι να μου ζητάς τα πιο καλά και ακριβά υλικά, δεν στο είπα. Είναι όμως δικό σου, απόλαυσε το!»

Δίδαγμα της ιστορίας

Στη ζωή μας πρέπει να συμπεριφερόμαστε όπως θα θέλαμε και οι άλλοι να συμπεριφερθούν σε εμάς

Σε όλους τους τομείς της ζωή μας πρέπει να συμπεριφερόμαστε όπως θα θέλαμε και οι άλλοι να συμπεριφερθούν σε εμάς. Συγκεκριμένα στη δουλειά μας, ότι κι αν είναι αυτό που κάνουμε, πρέπει να το κάνουμε με την ίδια φροντίδα και προσοχή που θα το κάναμε αν ήταν δικό μας ή αφορούσε εμάς. Αν όλοι κάναμε τη δουλειά μας με υπευθυνότητα και ενδιαφέρον, θα υπήρχαν πολύ λιγότερα προβλήματα και ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος.
Πρέπει λοιπόν, να εργαζόμαστε με ευσυνειδησία και υπευθυνότητα και όταν αναλαμβάνουμε κάτι, πρέπει να το κάνουμε σωστά, ακόμα κι αν αυτό μας δυσκολεύει. Αν ο ξυλουργός είχε φτιάξει το σπίτι βιαστικά και χωρίς προσοχή, θα έπρεπε μετά να αντιμετωπίσει εκείνος τα προβλήματα από την πρόχειρη δουλειά που θα είχε κάνει. Θα είχε έτσι αποκτήσει ένα σπίτι που δεν θα ήταν γερό και θα είχε προβλήματα. Αυτό, βέβαια, δεν το ήξερε όσο το έχτιζε. Παρόλο όμως που δεν ήξερε ότι το σπίτι αυτό θα γινόταν δικό του, επειδή ήταν ευσυνείδητος και έκανε τη δουλειά του σωστά, το έφτιαξε γερό και όμορφο, όπως ακριβώς θα ήθελε να ήταν και το δικό του.






1 σχόλιο:

  1. Τι θα λέγατε αν το καθιερώναμε και κάθε Κυριακή δημοσιεύαμε ένα παραμύθι;

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...